ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821

Σύμφωνα με αναφορά του οπλαρχηγού Δ. Κανελλόπουλου, ο τακτικός στρατός του πασά έκαψε τον οικισμό του Ανηλίου στις 8 Σεπτεμβρίου 1825. Στις 23 Απρίλη του 1828 έφθασε στη Γλάτσα εχθρικός στρατός αποτελούμενος από 3.000 Αιγυπτίους, 2.000 Αλβανούς, 1.500 έφιππους Αιγυπτίους υπό το Γαλίπ Μπέη. Εκεί συγκρούστηκαν με 800 Έλληνες υπό τους Π. Γρηγοριάδη, Δ. Παπατσώρη και Αδ. Παπατσώρη. Η μάχη κράτησε 2 ώρες. Κατ’ αυτή τη μάχη φονεύθηκαν 200 εχθροί και 13 Έλληνες και τραυματίστηκαν 70 εχθροί και 6 Έλληνες.

Κατά τη φυγή τους οι Αλβανοί και Αιγύπτιοι εγκατέλειψαν στη διάθεση των Έλληνες 200 μουλάρια και 1.000 άλογα, όλα φορτωμένα με τρόφιμα και πολεμικά υλικά. Μετά τη μάχη, ο Γαλίπ Μπέης αναγκάστηκε να καταφύγει στη Βερβίτσα ( σημερινά Πετράλωνα ) και από εκεί στην Ανδρίτσαινα, όπου τον περίμενε νέα πανωλεθρία.

Μετά τη πυρπόληση των δύο οικισμών από τον Ιμπραήμ οι κάτοικοι άρχισαν να μετακινούνται στη θέση του σημερινού χωριού.

Όταν ο Ιμπραήμ είχε ξεχυθεί σαν λαίλαπα στην Πελοπόννησο, οι άμαχοι από τη Σάρενα και τη Γλάτσα είχαν καταφύγει σε μια σπηλιά που βρισκόταν ανάμεσα στα παραπάνω χωριά. Ενώ όμως πλησίαζαν οι Αιγύπτιοι το μικρό παιδί της Κολιαδήμαινας από τη Γλάτσα όπως ήταν πεινασμένο και ταλαιπωρημένο άρχισε να κλαίει. Η Κολιαδήμαινα φοβούμενη να μην προδοθούν από τα κλάματα όλοι οι κρυμμένοι άμαχοι και οδηγηθούν στο σπαθί του Ιμπραίμ ή στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής, με την ανοχή του τρομοκρατημένου και απελπισμένου πεθερού της έκλεισε το στόμα του μωρού της με την παλάμη της μέχρι που φάνηκε ότι πέθανε από ασφυξία. Ευτυχώς όμως αφού απομακρύνθηκαν οι Τουρκοαιγύπτιοι το παιδί ανέκτησε τις αισθήσεις του και δεν θυσιάστηκε για τον αγώνα.

Άλλοι λένε ότι αυτή η σπηλιά βρισκόταν στην περιοχή του Καϊάφα. Λογικά όμως αυτό αποκλείεται αφού συνδέεται με τη Γλάτσα και εξάλλου γιατί οι Γλατσίτες να αναζητήσουν καταφύγιο τόσο μακριά, όταν έπρεπε να περάσουν μέσα από έναν ατελείωτο και επικίνδυνο κάμπο.

Ο Κολοκοτρώνης στην Γλάτσα.

Κατά την επανάσταση του 1821 ο Δημήτρης Ντούφας που μαζί με τον Ηλία Μποφίλη ακολούθησαν τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη (1821-1825) και έλαβαν μέρος σε πολλές μάχες όπου αναδείχθηκαν πρωτοπαλλήκαρα. Εκεί ο Δημήτρης Ντούφας γνώρισε την αδερφή του Κολοκοτρώνη Μάνθω και επειδή ήταν ωραίος και καλός πολεμιστής ο Κολοκοτρώνης του την έδωσε για γυναίκα του. Σύμφωνα με την παράδοση τώρα ο Κολοκοτρώνης μετά απο μερικά χρόνια περνώντας από την περιοχή της Γλάτσας με τους στρατιώτες του, άκουσε φωνές και κατάλαβε ότι ήταν η αδελφή του. Έτσι ξανάσμιξαν τα δυο αδέλφια.